• emo.gr
  • Τέχνες
  • Η φάρμα των ζώων
Η φάρμα των ζώων

“ΟΛΑ ΤΑ ΖΩΑ ΕΙΝΑΙ ΙΣΑ ΑΛΛΑ ΜΕΡΙΚΑ ΖΩΑ ΕΙΝΑΙ ΠΙΟ ΙΣΑ ΑΠΟ ΤΑ ΑΛΛΑ”

Τζωρτζ Όργουελ

“…Τα χρόνια πέρασαν. Οι εποχές έρχονταν κι έφευγαν, και μαζί τους η ολιγόχρονη ζωή των ζώων. Έφτασε κάποτε ο καιρός που δεν υπήρχε κανείς να θυμάται τα χρόνια πριν από την Επανάσταση, εκτός απ’ την Τρίφυλλο, τον Βενιαμίν, τον Μωυσή το κοράκι, και μερικά γουρούνια. Η Μπεεμπέεκα είχε πεθάνει. Το ίδιο και η Γαβγούλα, η Σουλτάνα κι ο Τσιμπηχτός. Ο Τζόουνς είχε ξεψυχήσει σ’ ένα άσυλο αλκοολικών σε κάποιο άλλο μέρος. Τον Χιονή τον είχαν ξεχάσει. Ο Γροθιάς είχε κι αυτός λησμονηθεί, τον θυμόνταν μόνο οι λίγοι που τον είχαν γνωρίσει. Η Τριφύλλω ήταν πια μια γέρικη φοράδα, πιασμένη απ’ τους ρευματισμούς και με τσίμπλες στα μάτια. Είχαν περάσει δυο χρόνια από τότε που έπρεπε να πάρει τη σύνταξή της, αλλά στην πραγματικότητα, κανένα ζώο δε βγήκε στη σύνταξη. Οι κουβέντες σχετικά μ’ εκείνη τη γωνιά στο μεγάλο λιβάδι για τα γέρικα ζώα είχαν εντελώς ξεχαστεί. Ο Ναπολέων είχε γίνει ένας ώριμος κάπρος, που πλησίαζε τα διακόσια κιλά. Κι ο Γρυλής ήταν πια τόσο χοντρός, που με δυσκολία μπορούσε να δει μέσ’ απ’ τις δίπλες των ματιών του. Μόνο ο γερο-Βενιαμίν δεν είχε αλλάξει, ήταν ίδιος, ίσως λίγο πιο γκρίζος στο μουσούδι, και μετά το θάνατο του Γροθιά, πιο λιγομίλητος και κατσούφης.
Υπήρχαν περισσότερα ζωντανά τώρα στη φάρμα, αν και η αύξηση δεν ήταν τόση μεγάλη, όσο είχαν υπολογίσει τα πρώτα χρόνια. Είχαν γεννηθεί πολλά ζώα, για τα οποία η Επανάσταση αποτελούσε μια θαμπή ιστορία που είχε φτάσει στ’ αυτιά τους από στόμα σε στόμα. Κι αυτά που αγοράστηκαν από άλλες φάρμες, δεν είχαν ακούσει ποτέ τίποτα γι’ αυτήν. Εκτός απ’ την Τριφύλλω, η φάρμα είχε αποκτήσει άλλα τρία άλογα. Ήταν λεβεντόκορμα, ακάματοι εργάτες και καλοί σύντροφοι, αλλά τελείως βλάκες. Κανένα δε στάθηκε ικανό να μάθει το αλφάβητο πέρα από το Β. Άκουγαν ό,τι και να τους έλεγαν για την Επανάσταση και τις αρχές του Ανιμαλισμού, ιδιαίτερα όταν τους μιλούσε η Τριφύλλω, που τη σέβονταν σαν μάνα τους, αλλά ήταν πολύ αμφίβολο αν καταλάβαιναν έστω και μια λέξη απ’ όσα τους εξιστορούσε. Η φάρμα τώρα ευημερούσε κι είχε οργανωθεί καλύτερα. Είχε κιόλας επεκταθεί κατά δύο χωράφια που είχαν αγοραστεί από τον κύριο Πίλκινγκτον. Ο ανεμόμυλος είχε επιτέλους χτιστεί, και η φάρμα είχε την αλωνιστική της μηχανή κι έναν ανυψωτήρα σανού. Κι ακόμη, πολλά νέα κτήρια είχαν προστεθεί στα παλιά. Ο Ουάιμπερ είχε αγοράσει ένα δίτροχο αμαξάκι που το έσερναν σκυλιά. Ο ανεμόμυλος, πάντως, δε χρησιμοποιήθηκε για την παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος. Τον δούλευαν για το άλεσμα των σιτηρών κι απέφερε σημαντικό κέρδος.
Τα ζώα δούλευαν σκληρά για να χτίσουν κι άλλον ανεμόμυλο. Μόλις τέλειωνε, έλεγαν, θα τοποθετούσαν τις γεννήτριες. Ωστόσο, οι πολυτέλειες που τους είχε πείσει ο Χιονής να ονειρεύονται, οι στάβλοι με το ηλεκτρικό φως, με κρύο και ζεστό νερό κι η βδομάδα των τριών εργάσιμων ημερών, ούτε που συζητιόνταν πια. Ο Ναπολέων είχε αποκηρύξει αυτές τις ιδέες ως αντίθετες στο πνεύμα του Ανιμαλισμού. Η αληθινή ευτυχία, διατυμπάνιζε συνεχώς, βρίσκεται στη σκληρή δουλειά και στον ολιγαρκή τρόπο ζωής. Κατά κάποιο τρόπο, η φάρμα έμοιαζε να έχει πλουτίσει, χωρίς βέβαια να περνούν καλύτερα τα ζώα, εκτός από τα γουρούνια και τα σκυλιά. Ίσως αυτό να οφειλόταν στο γεγονός ότι τα σκυλιά και τα γουρούνια ήταν περισσότερα, κι όχι στο ότι δεν εργάζονταν -με τον τρόπο τους βέβαια. Ο Γρυλής δεν κουραζόταν ποτέ να επαναλαμβάνει πως η επίβλεψη και η οργάνωση της φάρμας ήταν πολύ κοπιαστική δουλειά. Μεγάλο μέρος της δουλειάς, έλεγε, ήταν τέτοιο, που τα ζώα με την αγραμματοσύνη τους ήταν αδύνατον να το καταλάβουν. Για παράδειγμα, ο Γρυλής τους έλεγε πως τα γουρούνια σπαταλούσαν πολύ χρόνο κάθε μέρα σε κάτι μυστήρια πράγματα που τα έλεγαν «αρχεία», «αναφορές », «πρακτικά» και «υπομνήματα». Όλ’ αυτά ήταν κάτι μεγάλες κόλλες χαρτιού που τις γέμιζαν με γράμματα και αριθμούς από πάνω ως κάτω, κι αφού τις γέμιζαν, τις έριχναν στο καμίνι για κάψιμο. Επρόκειτο για εργασία υψίστης σημασίας για τη σωστή διαχείριση της φάρμας, δήλωνε ο Γρυλής.
Ωστόσο, ούτε τα γουρούνια ούτε τα σκυλιά κέρδιζαν την τροφή τους με τον δικό τους ιδρώτα. Ήταν πολλά και δε χόρταιναν με τίποτα. Όσο για τα υπόλοιπα ζώα, η ζωή τους, απ’ ό,τι έβλεπαν, δεν είχε αλλάξει καθόλου. Ήταν μονίμως πεινασμένα, κοιμόνταν στα άχυρα, έπιναν νερό απ’ τη στέρνα και δούλευαν νυχθημερόν στα χωράφια. Το χειμώνα τουρτούριζαν απ’ το κρύο, και το καλοκαίρι τα βασάνιζαν οι μύγες. Μερικές φορές, τα πιο γέρικα ζώα ανασκάλευαν τη θολή τους μνήμη και προσπαθούσαν να εκτιμήσουν αν τον πρώτο καιρό της Επανάστασης, τότε που είχαν διώξει τον Τζόουνς, τα πράγματα ήταν καλύτερα ή χειρότερα από τώρα. Ήταν αδύνατον να θυμηθούν. Δεν είχε μείνει τίποτα για να το συγκρίνουν με την τωρινή τους ζωή. Μόνο οι λίστες του Γρυλή με τους αριθμούς αποδείκνυαν σταθερά ότι όλα βάδιζαν προς το καλύτερο. Για τα ζώα το πρόβλημα ήταν άλυτο. Έτσι κι αλλιώς, δεν τους έμενε και πολύς χρόνος για να σκέφτονται τέτοια πράγματα. Μόνο ο Βενιαμίν θυμόταν λεπτομερώς τη μακρόχρονη ζωή του, και υποστήριζε πως η κατάσταση δεν ήταν ούτε θα γινόταν ποτέ καλύτερη ή χειρότερη -η πείνα, οι ταλαιπωρίες και η απογοήτευση ήταν αμετάβλητος νόμος της ζωής.
Παρ’ όλ’ αυτά, τα ζώα δεν έπαψαν να ελπίζουν. Και πιο πολύ, δεν έπαψαν ούτε μια στιγμή να αισθάνονται πως ήταν μεγάλη τους τιμή και προνόμιο να είναι μέλη της Φάρμας των Ζώων. Ήταν η μοναδική φάρμα στην επαρχία -σε όλη την Αγγλία! που ήταν σε χέρια ζώων και διοικούνταν απ’ αυτά. Κανένα τους, ούτε τα πιο νέα σε ηλικία, ούτε όσα είχαν φέρει από άλλες φάρμες, μακρινές, δεν έπαυαν να το καυχιόνται. Κι όταν άκουγαν τις τουφεκιές κι έβλεπαν την πράσινη σημαία να κυματίζει στον ιστό, η καρδιά τους φούσκωνε από περηφάνια, και οι συζητήσεις στρέφονταν στα χρόνια τα παλιά τα ηρωικά, τότε που έδιωξαν τον Τζόουνς κι έγραψαν τις Εφτά Εντολές, και στις μεγάλες μάχες όπου οι άνθρωποι-εισβολείς είχαν νικηθεί. Δεν είχαν εγκαταλείψει κανένα από τα παλιά τους όνειρα. Πίστευαν ακόμα στη Δημοκρατία των Ζώων που είχε προφητέψει ο γερο-Στρατηγός, όταν στα πράσινα λιβάδια της Αγγλίας δε θα πατούσε πόδι ανθρώπου. Κάποια μέρα, θα γινόταν πραγματικότητα -ίσως όχι σύντομα, μπορεί να μη γινόταν στη διάρκεια της δικής τους ζωής, αλλά θα γινόταν οπωσδήποτε. Ακόμη κι αν σιγομουρμούριζαν στα κρυφά το τραγούδι τους, τα Ζώα της Αγγλίας, γεγονός ήταν πως το ήξεραν όλα τα ζώα, κι ας μην τολμούσε κανένα να το τραγουδήσει δυνατά. Μπορεί η ζωή τους να ήταν σκληρή και να μην είχαν πραγματωθεί όλες τους οι ελπίδες, αλλά είχαν συνειδητοποιήσει πως δεν ήταν σαν τα άλλα ζώα. Κι αν πεινούσαν, δεν ήταν γιατί τάιζαν με τον κόπο τους ανθρώπους που τους τυραννούσαν. Κι αν δούλευαν σκληρά, δούλευαν για την αφεντιά τους. Κανένα δίποδο δεν μπλεκόταν στα πόδια τους. Κανένας δε φώναζε τον άλλον «αφεντικό». Όλα τα ζώα ήταν ίσα.
Μια μέρα, στην αρχή του καλοκαιριού, ο Γρυλής διέταξε τα πρόβατα να τον ακολουθήσουν. Τα οδήγησε στην άλλη άκρη της φάρμας, σ’ ένα έρημο μέρος κατάφυτο από σημύδες. Τα ζώα πέρασαν εκεί όλη τη μέρα, βόσκοντας, κάτω από την εποπτεία του Γρυλή. Το βράδυ γύρισε μόνος του στη φάρμα, και καθώς ο καιρός ήταν ζεστός, είπε στα πρόβατα να περάσουν τη νύχτα έξω. Τα πρόβατα κατέληξαν να μείνουν εκεί μια ολόκληρη βδομάδα. Σ’ όλο αυτό το διάστημα δε συναντήθηκαν καθόλου με τα άλλα ζώα. Ο Γρυλής περνούσε μαζί τους τις περισσότερες ώρες της μέρας. Έλεγε πως τα μάθαινε ένα καινούριο τραγούδι κι αυτό απαιτούσε απομόνωση και ηρεμία. Τα πρόβατα επέστρεψαν ένα γλυκό απόβραδο, όταν τα ζώα είχαν τελειώσει τη δουλειά τους κι είχαν πάρει το δρόμο του γυρισμού για τους στάβλους. Ένα κατατρομαγμένο χλιμίντρισμα αλόγου ακούστηκε απ’ την αυλή. Τα ζώα σαστισμένα σταμάτησαν επιτόπου. Ήταν η φωνή της Τριφύλλως. Χρεμέτισε ξανά, κι όλα τα ζώα όρμησαν καλπάζοντας στην αυλή. Κι εκεί είδαν αυτό που είχε δει και η Τριφύλλω. Ένα γουρούνι περπατούσε όρθιο στα πισινά του πόδια. Ήταν ο Γρυλής. Λίγο αδέξια, βέβαια, σαν να μην μπορούσε να κρατήσει τον τρομερό του όγκο σ’ αυτή τη στάση, αλλά με τέλεια ισορροπία, σεργιάνιζε γύρω γύρω στην αυλή. Σ’ ένα λεπτό, ξεπρόβαλε απ’ την πόρτα του σπιτιού μια σειρά γουρούνια που περπατούσαν όρθια. Ορισμένα τα κατάφερναν καλύτερα από άλλα, και κάνα δυο έγερναν λιγάκι από δω κι από κει, κι έδειχναν να χρειάζονται μπαστούνι. Όλα, πάντως, έκαναν το γύρο της αυλής μ’ επιτυχία. Τελικά, ακούστηκε ένα φοβερό γάβγισμα από τους σκύλους, το διαπεραστικό λάλημα του πετεινού, κι έκανε την εμφάνιση του ο ίδιος ο Ναπολέων, όρθιος, με ύφος μεγαλοπρεπές. Έριχνε δεξιά κι αριστερά ματιές περιφρονητικές, ενώ τα σκυλιά χοροπηδούσαν γύρω του. Κρατούσε κι ένα μαστίγιο. Νεκρική σιωπή απλώθηκε. Τα ζώα κατάπληκτα, έντρομα και στριμωγμένα το ‘να δίπλα στ’ άλλο, παρακολουθούσαν την αργή παρέλαση των γουρουνιών μες στην αυλή. Ο κόσμος έμοιαζε να ‘χει γυρίσει ανάποδα. Μόλις πέρασε η πρώτη έκπληξη, παρά τον τρόμο τους για τα σκυλιά, και παρά τη συνήθεια τόσων χρόνων να μην κάνουν κανένα παράπονο και καμία κριτική ό,τι και να συνέβαινε, τα ζώα αποφάσισαν να διαμαρτυρηθούν. Αλλά εκείνη τη στιγμή, σαν να ‘χε πέσει σύνθημα, όλα τα πρόβατα ξέσπασαν σ’ ένα βροντερό βέλασμα: «Τα τετράποδα καλά, τα δίποδα καλύτερα! Τα τετράποδα καλά, τα δίποδα καλύτερα! Τα τετράποδα καλά, τα δίποδα καλύτερα!» Αυτό κράτησε πέντε λεπτά χωρίς διακοπή. Κι όταν τα πρόβατα επιτέλους σώπασαν, η ευκαιρία να διαμαρτυρηθούν είχε πετάξει, γιατί τα γουρούνια είχαν χωθεί στο σπίτι. Ο Βενιαμίν ένιωσε μια μουσούδα να τον αγγίζει στον ώμο. Γύρισε κι αντίκρισε την Τριφύλλω. Τα γέρικα μάτια της έδειχναν πιο θολά παρά ποτέ. Χωρίς να πει τίποτα, τον τράβηξε απαλά απ’ τη χαίτη και τον πήγε στη μεγάλη σιταποθήκη όπου ήταν γραμμένες οι Εφτά Εντολές. Στάθηκαν δυο λεπτά και κοιτούσαν τον πισσαρισμένο τοίχο με τα άσπρα γράμματα. «Δε βλέπω καλά πια» του είπε η Τριφύλλω. «Ακόμη κι όταν ήμουν νέα, δεν μπορούσα να διαβάσω τι έλεγε εκεί πάνω. Μου φαίνεται όμως πως ο τοίχος είναι αλλιώτικος. Δε μου λες, Βενιαμίν, οι Εφτά Εντολές είναι οι ίδιες οι παλιές;» Πρώτη φορά ο Βενιαμίν δέχτηκε να παραβεί την αρχή του και να της διαβάσει δυνατά ό,τι βρισκόταν γραμμένο στον τοίχο. Μόνο που τώρα δεν υπήρχε παρά μόνο μία και μοναδική Εντολή:
ΟΛΑ ΤΑ ΖΩΑ ΕΙΝΑΙ ΙΣΑ ΑΛΛΑ ΜΕΡΙΚΑ ΖΩΑ ΕΙΝΑΙ ΠΙΟ ΙΣΑ ΑΠΟ ΤΑ ΑΛΛΑ”

  • Εντυπωσιασμένος
  • Χαρούμενος
  • Απογοητευμένος
  • Θυμωμένος
  • Βαρετό
  • Φοβισμένος

#emo attacks
  • Παραπατώντας (πρώην Παπανώτας) στο Ευρωσυριζοψηφοδέλτιο
  • Παράταση στις φορολογικές δηλώσεις πριν ξεκινήσουν καν: όλα θα κριθούν στα πέναλτι (πρόστιμα)
  • Συμπλήρωνε το μεροκάματο του στο φορτηγό ο άτυχος αστυνομικός. Οι “λαδιάρηδες” μένουν ήσυχοι, δεν κινδυνεύουν από εργατικό ατύχημα
  • Δε φτάνουν τα πρόστιμα που έπεσαν στις εισπρακτικές: χρειάζεται καθημερινή, πιεστική & πειστική επικοινωνία μαζί τους μέχρι την είσπραξη