- emo.gr
- Τέχνες
- Φελίσια (μέρος πέμπτο και τελευταίο): Δώμα
Επτά «γατίσιες» ζωές δεν φτάνουν για τη γνώση…
(Τα προηγούμενα τέσσερα τμήματα της νουβέλας βρίσκονται στα παρακάτω link )
Δώμα
H πόρτα του δώματος άνοιξε και ταυτόχρονα το φως του.
Ο Γιώργος πέταξε κάτω το σακίδιό του κι έτρεξε βιαστικά στην κουζίνα αναζητώντας την.
Φελίσια… Φελίσια…
Βρέθηκε στην αγκαλιά του και αφέθηκε στο γνώριμο χάδι της πλατειάς παλάμης του. Έκλεισε τα μάτια της και νιαούρισε επαναλαμβανόμενα ευχαριστημένη. Ούτε του πέρασε από το μυαλό πως η οικόσιτη στειρωμένη γάτα του είχε εγκαταλείψει το δώμα διότι αναγκάστηκε να ψάξει για τροφή. Καλύτερα έτσι…
Ας ήταν ένα μυστικό μόνο δικό της. Ο κόσμος που ανακάλυψε ανήκε μοναχά σ’ εκείνη, δεν υπήρχε λόγος να τον ανησυχήσει, εξάλλου ούτε κι εκείνος την πήρε μαζί του στο ταξίδι.
«Μου έλειψες πολύ, γατούλα… Το ξέρεις; Πέρασα περιπέτεια στην Σαμοθράκη. Δεν μπορούσα να σε κουβαλάω μαζί… Ελπίζω να με συγχώρησες που έλειψα τόσο…»
«Όχι, δεν σε συγχώρησα και να μην το ξανακάνεις! Τώρα βέβαια τον δρόμο τον ξέρω, το πορτάκι για τη στέγη ανοιγοκλείνει διαρκώς…»
Μπορούσε τώρα να αφεθεί να νιαουρίσει όσο ήθελε. Πολύ ήθελε, ναζιάρικα, παραπονεμένα, απαιτητικά.
Εκείνος δεν λυπήθηκε τα χάδια μήτε τη γατοτροφή, χωρίς να ξέρει πως δεν της ήταν απαραίτητα πια.
«Έλα, κορίτσι μου, να φας… Έλα να σε κανακέψω…»
Η Φελίσια έκανε πως δοκιμάζει λίγες κροκέτες, ήταν χορτάτη, στα χάδια, όμως, δεν έλεγε ποτέ όχι. Απλώθηκε ανάσκελα πάνω στο πλατύ του στέρνο και απολάμβανε τις νωχελικές γαργαλιστικές κινήσεις του στην κοιλιά της. Ευχαρίστηση και ασφάλεια για μια γάτα που είχε μόλις θυμηθεί την ανεξάρτητη φύση της…
Αυτός ακριβώς ήταν και ο λόγος που ο Γιώργος είχε επιλέξει γάτα για κατοικίδιο, αντί για σκύλο: η αυτονομία της, οι μηδαμινές της απαιτήσεις. Λίγη ξηρά τροφή, λίγη άμμος και τα ετήσια εμβόλια της. Το γεγονός ότι ζούσε οικόσιτη δεν κατόρθωσε να την κάνει εξαρτημένη, ούτε μαλθακή. Αποδείχτηκε ότι μπορούσε να επιβιώσει μια χαρά στον κόσμο. Αν ο Γιώργος γνώριζε το πρόσφατο μυστικό της, ίσως να τρόμαζε, ίσως και να καμάρωνε. Η αλήθεια είναι πως η Φελίσια τα κατάφερε και χωρίς εκείνον… Βέβαια δεν βγήκε στη μεγάλη λεωφόρο, αλλά σ’ ένα συγκρότημα πολυκατοικιών που ήταν σχετικά ακίνδυνο. Ακίνδυνο από αυτοκίνητα, όμως οι άνθρωποι που οδηγούν στις λεωφόρους, είναι οι ίδιοι με αυτούς που μένουν στα οικοδομικά τετράγωνα. Ο κίνδυνος από τα αυτοκίνητα ήταν άλλος και είχε την προνοητικότητα να τον αποφύγει. Η Φελίσια μπορούσε να επιβιώσει οπουδήποτε εφόσον υπήρχε ανάγκη. Η τύχη –και μόνον αυτή– την οδήγησε στην ασφάλεια του δώματος.
Ο Γιώργος, αντίθετα με την Φελίσια, δεν ήταν τόσο σκληρός και ανεξάρτητος. Παρόλο που ζούσε μοναχικά σαν εργένης, ήταν ιδιαίτερα ευαίσθητος και εξαρτημένος από την οικογένειά του και τους φίλους του.
Μιλούσε καθημερινά μαζί τους στο τηλέφωνο και πολλές φορές εκτόνωνε τις συγκινήσεις του και τις ευαισθησίες του στη δημιουργική γραφή. Ήθελε πολύ να γίνει ένας επιτυχημένος συγγραφέας γιατί πίστευε πως είχε το ταλέντο και την υπομονή να κοπιάσει πολύ για τα έργα του. Άκουγε πάντοτε ελαφρά μουσική και δεν τον ενδιέφεραν οι δουλειές του νοικοκυριού. Δεν ασχολούνταν με την τάξη και την καθαριότητα, ούτε με την ύλη. Οι χαρές του είχαν πάντα να κάνουν με τη γνώση και τη μάθηση. Έτσι, το μικρό δώμα των πενήντα τετραγωνικών μέσα σε λίγα χρόνια είχε παραγεμίσει με βιβλία, τόσα που δεν υπήρχε πια χώρος ούτε για τα ρούχα του. Δεν έδινε μεγάλη σημασία ούτε στην προετοιμασία των γευμάτων του, έτρωγε συγκεκριμένα φαγητά που έψηνε μόνος του κάποιες φορές. Η Φελίσια ωστόσο είχε χώρο για τα δικά της πράγματα σε προσεκτικές θέσεις, περισσότερο από εκείνον. Είχε το καλάθι της, τα δοχεία της τροφής της, το ειδικό μαξιλάρι για την κρεβατοκάμαρα, οτιδήποτε χρειαζόταν για την υγεία και μια ισορροπημένη διατροφή. Συγκριτικά με το αφεντικό της, περνούσε καλύτερα στο δώμα, κι αυτό το όφειλε στην αγάπη και στη φροντίδα του. Ήταν μια τυχερή γάτα, κατοικίδιο ενός ονειροπόλου καλλιτέχνη που της μάθαινε με τον τρόπο του να φαντάζεται την ομορφιά και ν’ αγαπά την ελευθερία έστω κι αν ήταν περιορισμένη στο σπίτι. Ίσως αυτός να ήταν ένας επιπλέον λόγος που τα κατάφερε τόσο καλά εκεί έξω: ποτέ δεν είχε πάψει να νιώθει ελεύθερη.
Ο Γιώργος συνήθιζε να μιλάει αρκετή ώρα στο τηλέφωνο. Έλειπε καιρό και θα μιλούσε για καιρό. Πολύ σύντομα, όταν σιγουρεύτηκε πως όλα ήταν εντάξει στο σπίτι, σχημάτισε τον αριθμό του αγαπημένου του φίλου.
«Έλα, μετρ….»
Η Φελίσια κατάλαβε αμέσως… Η συνομιλία θα διαρκούσε για πολύ… Ώρα να κατεβαίνει από την αγκαλιά στα πόδια του.
Δεν της το επέτρεψε! Την κράτησε σχεδόν βίαια και δυνατά πάνω στο στέρνο του, σαν να ήθελε να ακούσει κι εκείνη όλα όσα είχε να πει στο ακουστικό.
Του είχε λείψει πολύ λοιπόν… Λίγο υπάκουη μπορούσε να γίνει. Η ενθουσιώδης, νευρική σχεδόν φωνή της αφήγησης των περιπετειών της Σαμοθράκης μάλλον την ενοχλούσε. Ζήλευε;
Μπορεί…
«Απίθανο νησί, φίλε! Τέτοια φύση! Βουνά, καταρράκτες, απίστευτη βλάστηση!…»
«Κανέναν μεζέ δεν μας έφερες από κει;…»
Η Φελίσια τίναξε λίγο το ποδαράκι της και κοίταξε επισταμένως τους τοίχους του δωματίου. Γεμάτοι ψηλές βιβλιοθήκες, βιβλία που κόντευαν να πέσουν σχεδόν από το ταβάνι, άτακτα τοποθετημένα, αλλά με περισσή ευλάβεια. Πήδηξε ανεμπόδιστη πια στο ξύλινο πάτωμα και τρύπωσε ανάμεσα στις κούτες με τα βιβλία και τα τακτοποιημένα σύνεργα ζωγραφικής του. Εκατοντάδες CD μουσικής, εκατοντάδες DVD με ταινίες. Ένας μαγικός κόσμος, ένας ονειρικός εσωτερικός κόσμος μέσα στον «έξω κόσμο», καλοκρυμμένος και φροντισμένα προστατευτικός. Εκεί μέσα είχε περάσει τόσα χρόνια, λοιπόν, χωρίς να ξέρει τίποτα για τις συνθήκες ζωής έξω από τους τοίχους με τις βιβλιοθήκες. Μέχρι χτες.
Tώρα η πολυλογία του Γιώργου δεν είχε τέλος.
«Ναι, εκεί γινόντουσαν… Καβείρια μυστήρια… Κανένας δεν κατάφερε να βρει την άκρη… Τι ψάχνεις να βρεις…»
«…………»
«Δεν το ήξερα αυτό! Είναι σίγουρο; Εκεί ήταν το τελευταίο ταξίδι του Σωκράτη; Αυτό μπορεί να σημαίνει πολλά!»
«Ωχού! Πάλι τα ίδια…»
Η Φελίσια αποφάσισε να πηδήξει στο πάτωμα γιατί το χάδι του Γιώργου γινόταν μηχανικό και άρχιζε να την εκνευρίζει. Άρχισε να κάνει βόλτες μέσα στο δώμα μέχρι να καταλήξει πάλι στην αγαπημένη της γωνία δίπλα στο παραγεμισμένο καλάθι με τις εφημερίδες. Κουλουριάστηκε εκεί και έκλεισε τα μάτια, επιτρέποντας στη φωνή του να τη νανουρίσει.
Ήταν τόσο ευτυχισμένη που ήταν πάλι μαζί στο κατάμεστο απο βιβλία δώμα, πότε αγαπημένοι και πότε απομακρυσμένοι. Ο Γιώργος και η Φελίσια…
«Εν οίδα ότι ουδέν οίδα, φίλε! Η ζωή είναι τέχνη! Δυστυχώς όμως η “θεά” έμπνευση δεν με επισκέφθηκε ακόμα…»
Ο Γιώργος έκλεισε το τηλέφωνο και αναζήτησε πάλι τη Φελίσια.
«Έλα εδώ, ψιψίνα… Εν οίδα ότι ουδέν οίδα! Το ξέρεις;»
Την είχε σηκώσει ψηλά και την τράνταζε με παιχνιδιάρικη διάθεση. Ήταν χαρούμενος κι ευτυχισμένος, αλλά φαινόταν πολύ κουρασμένος. Ώρα για ύπνο, είναι αργά…
Η καρδούλα της Φελίσια άρχισε να χτυπάει πιο δυνατά, σαν πουλάκι φυλακισμένο σε κλουβί, καθώς ο Γιώργος την κουβαλούσε βίαια μαζί του στο κρεβάτι. Ξάπλωσε ανάσκελα και την πίεσε πάνω στο στήθος του, χαϊδεύοντάς την στο κεφάλι, πάνω από τα μάτια και την ροζ μυτούλα. Η Φελίσια άπλωσε το πόδι της και του έδωσε έναν απαλό μπάτσο στο μάγουλο, ήθελε πολύ να το κάνει αυτό, τόσο γιατί άργησε να επιστρέψει αφήνοντάς την χωρίς φαγητό, όσο και για τον τρόπο που την κουβάλησε βίαια ως εκεί. Έπειτα του ξέφυγε και πήδηξε στο πάτωμα. Δεν την αναζήτησε, τον άκουσε να ροχαλίζει σε δευτερόλεπτα, ήταν σίγουρα κατάκοπος. Αφού πέρασαν λίγα λεπτά και βεβαιώθηκε πως ο Γιώργος κοιμόταν για τα καλά, τέντωσε τα δυο μπροστινά της πόδια, πλησίασε αθόρυβα στο κάτω μέρος του κρεβατιού και χώθηκε στο διπλωμένο σεντόνι, κοντά στα λυγισμένα πόδια του. Βολεύτηκε και έκλεισε τα μάτια.
Ο Γιώργος και η Φελίσια κοιμόνταν στο μικρό δώμα, έχοντας επιστρέψει και οι δυο από τα περιπετειώδη ταξίδια τους, με μια απολαυστική συνενοχή, με αδιαφιλονίκητη αφοσίωση.
Πυκνό σκοτάδι επικρατούσε πάλι όταν η Φελίσια άκουσε το πορτάκι της κουζίνας ν’ ανοιγοκλείνει μ’ ένα ελαφρό τρίξιμο. Αθόρυβα εγκατέλειψε τη ζεστασιά του κρεβατιού και του κορμιού του αφεντικού της και διέσχισε τον χώρο. Τα δοχεία με το φαγητό ήταν γεμάτα, μία ακόμη επιβεβαίωση πως ο Γιώργος ήταν εκεί και προσπαθούσε να εξιλεωθεί για τη μεγάλη απουσία του, για την απροειδοποίητη ασυνέπειά του.
Ένα αγέρι την προσκαλούσε να βγει στη στέγη, ενώ δεν υπήρχε πια η ανάγκη της αναζήτησης τροφής. Αντιστάθηκε για λίγο, όμως τα τελευταία λόγια του Γιώργου είχαν αναστατώσει τη νυχτερινή σιωπή και την ηρεμία της: «Η ζωή είναι τέχνη!». Με τον τρόπο του την παρότρυνε να το ξανακάνει, έτσι η Φελίσια ακολούθησε τον γνώριμο πια δρόμο αποφασισμένη να επισκεφθεί τα διαμερίσματα του συγκροτήματος για δεύτερη φορά, έμπειρη πια και χορτάτη. Μακάρι να έβρισκε τρόπο να προκαλέσει κι εκείνη με τη σειρά της την έμπνευση του Γιώργου.
Γλίστρησε εύκολα από την υδρορροή και προσγειώθηκε στο χορτάρι του κήπου.
Στο Α1 διαμέρισμα τα φώτα ήταν κλειστά, εκτός από εκείνο της κουζίνας. Η γυναίκα με τον κότσο καθόταν αντικριστά με τον σύζυγό της και μιλούσαν σιγανά.
«Η εγχείριση πρέπει να γίνει άμεσα…. Όσα χρήματα κι αν κοστίσει…. Είναι επικίνδυνο να περιμένουμε έστω και μια εβδομάδα…» ο αδιάφορος σύζυγος είχε ορθώσει ανάστημα.
«Συμφωνώ απόλυτα! Πάνω απ΄όλα η υγεία! Έκανα τόσο λάθος… Πράγματα που έχουμε και δεν εκτιμάμε… Επαγγέλματα, περιουσίες, ταξίδια… Όλα μάταια, αν δεν έχουμε υγεία…»
Η κυρία του σπιτιού είχε αφήσει ελεύθερα τα μαλλιά της και τα δάκρυά της απόψε.
Η Φελίσια θυμήθηκε τα τρίμματα από το σουφλέ τυριών που είχε αρνηθεί ν’ αγγίξει από περιφρόνηση. Είχε πράξει άριστα.
Σε τούτη τη δεύτερη βόλτα, μέσα σε χρόνο που θα μπορούσε ακόμα και όνειρο να είναι, η Φελίσια χορτάτη και ασφαλής, μετέφερε πάνω στο λευκό της τρίχωμα την μαγεία που επιφυλάσσει η τέχνη και έβλεπε τα γεγονότα διαφορετικά, όπως ίσως έπρεπε ή ευχήθηκε να γίνουν…
Στο Α2 διαμέρισμα υπήρχαν φώτα στο σκοτεινό γραφείο με την μπερζέρα. Η λεπτεπίλεπτη ξανθιά γυναίκα καθόταν αναπαυτικά στην πολυθρόνα κι ένας άντρας, αντιπαθητικός στην όψη και στον τόνο της φωνής του, σχεδόν την εκλιπαρούσε:
«Έλα να βρούμε μια λύση… Αυτό που κάνεις είναι σκέτος εκβιασμός… Σκέψου το παιδί…».
«Η λύση είναι μόνο αυτή που προτείνω και δεν το διαπραγματεύομαι. Και να προσέχεις πώς μιλάς, όπως έστρωσες θα κοιμηθείς, κανένας εκβιασμός, θέλω ό,τι δικαιούμαι, ότι μου ανήκει νόμιμα…»
«Εντάξει, θα γίνει ό,τι ζητήσεις. Θα καλέσουμε τους δικηγόρους μας για να συντάξουν το συμφωνητικό. Μην το τραβάς άλλο…»
Η Φελίσια θυμήθηκε την απογοήτευση που ένιωσε μπροστά στο σοκολατένιο κέικ. Είχε θεωρήσει αρχικά μάταιο κόπο την προσπάθεια της γυναίκας να δραπετεύσει από τα δεσμά ενός πανίσχυρου συζύγου. Η κυρία του σπιτιού, όμως, είχε προσπαθήσει και τα είχε καταφέρει μια χαρά…
Στο Α3 διαμέρισμα η γυναίκα με τα μαύρα μακριά μαλλιά ξενυχτούσε ως αργά μπροστά στην τηλεόραση, κρατώντας αγκαλιά έναν λούτρινο σκύλο.
Όμως δεν ήταν μόνη… Ένας σωματώδης όμορφος άντρας την πλησίασε ερχόμενος από την κουζίνα, κρατώντας δύο πιάτα αχνιστό ριζότο.
«Είμαι τέλειος μάγειρας, όπως βλέπεις… Και όχι μόνο!»
«Κανένας δεν μαγείρεψε ποτέ για μένα… Πάντα εγώ καλούσα κόσμο και μαγείρευα για μέρες…»
«Αυτά περάσανε, τώρα έχεις εμένα… Σ’ αγαπώ πολύ. Το ξέρεις…»
«Δεν ξέρω αν υπάρχει στ’ αλήθεια η αγάπη…»
«Υπάρχει βέβαια, και μάλιστα είναι πολύ απλή, όσο ένα πιάτο αχνιστό φαγητό. Έλα, γλυκιά μου… Δοκίμασε…»
Η γυναίκα με τα μαύρα μαλλιά ακούμπησε παραδίπλα τον ψεύτικο σκύλο και άρχισε ν’ απολαμβάνει το ριζότο με μικρές διστακτικές πιρουνιές… Φαινόταν πολύ γευστικό κι εκείνη ευτυχισμένη σχεδόν.
Το ζευγάρι αφέθηκε στη συνέχεια της ταινίας κρατημένο χέρι-χέρι στην αληθινή ζωή.
Η Φελίσια θυμήθηκε εκείνο το πολύβουο τραπέζι με τους βάρβαρους επισκέπτες που είχαν φύγει, έχοντας καταβροχθίσει τα πάντα, χωρίς να βοηθήσουν στο συμμάζεμα του σπιτιού που έμοιαζε σαν να το είχε χτυπήσει ανεμοστρόβιλος. Είχε φύγει θυμωμένη από εκεί.
Απόψε τα πράγματα ήταν σε τάξη και το φαγητό έφτανε και περίσσευε για δύο.
Δεν καθυστέρησε άλλο στον κήπο, ούτε κατευθύνθηκε προς την κεντρική είσοδο της πολυκατοικίας, αλλά με αξιοθαύμαστη ταχύτητα και αποφασιστικότητα σκαρφάλωσε πάλι την υδρορροή προς τα μπαλκόνια των οροφοδιαμερισμάτων με τη βοήθεια κάποιων αναρριχητικών φυτών.
Στο Β1 διαμέρισμα τα φώτα ήταν κλειστά, η φλόγα ενός κεριού τρεμόπαιζε και ακουγόταν απαλή μουσική τζαζ. Ο ιδιοκτήτης ήταν ξαπλωμένος στον καναπέ ανάσκελα, απόλυτα χαλαρός, και είχε στην αγκαλιά του μια κοπέλα. Φορούσαν φόρμες και φαίνονταν ν’ απολαμβάνουν μοναδικά τη στιγμή. Το χέρι του ανακάτευε με στοργή τα μαλλιά της. Τελικά η ιδέα του δεν ήταν τόσο κακή, ούτε θα έκανε καμιά φοβερή παραχώρηση. Η νεαρή σπιτονοικοκυρά είχε αρχίσει να του αρέσει πραγματικά. Μπορούσαν ακόμη να κάνουν όνειρα για μια αληθινή και όχι ιδιοτελή συμβίωση.
Η Φελίσια θυμήθηκε τα μουσκεμένα κορν φλέικς που είχε παρατήσει στενοχωρημένος από τη συμπεριφορά του φίλου του, καθώς και τις δικές της αγενείς πατημασιές πάνω στη γυάλινη τραπεζαρία. Του χρειαζόταν εκείνο το θράσος για να πάρει ένα μάθημα και μάλλον του βγήκε σε καλό.
Στο διαμέρισμα Β2 τα φώτα ήταν ορθάνοιχτα για κάποιον περίεργο λόγο. Η νεαρή κοπέλα έσερνε προς την εξώπορτα μια βαλίτσα πάνω στα ροδάκια της. Η ηλικιωμένη μητέρα της ακολουθούσε για να την ξεπροβοδίσει. Φαίνονταν τελείως καλά και οι δυο τους. Η νεαρή κοπέλα έφευγε ταξίδι, επρόκειτο να επισκεφθεί μια παλιά της συμφοιτήτρια στη Ρώμη. Ένας έρωτας ίσως την περίμενε, γιατί η διάθεσή της ήταν τέτοια: αλλαγμένη και φρέσκια. Η φίλη της, που ζούσε εκεί, την είχε προειδοποιήσει. Ο αδερφός της είχε ενδιαφερθεί σοβαρά για εκείνην όταν είδε τις φωτογραφίες της. Αν συμφωνούσε, εφόσον τον έβρισκε ελκυστικό, πολύ σύντομα θα γινόταν γάμος. Η μητέρα τής ευχόταν καλό ταξίδι και θα έδινε την ευχή της για το αίσιο τέλος ενός έρωτα, ήταν καιρός να δει εγγονάκια.
Η Φελίσια θυμήθηκε την ικανοποίηση που είχε νιώσει ανακαλύπτοντας τα κοκκινιστά σουτζουκάκια κάτω από το αλουμινόχαρτο. Η τύχη δεν εγκαταλείπει τους καλούς ανθρώπους, μήτε τις γάτες, εφόσον βέβαια ανασηκώσουν λίγο τα σκεπάσματα.
Στο διαμέρισμα Β3 τα φώτα ήταν σβηστά και δεν ακουγόταν ψυχή. Έλειπαν όλοι. Το πεδίο μάχης είχε ησυχάσει. Είχαν αλληλοσκοτωθεί ή είχαν σαλπίσει υποχώρηση; Μάλλον το δεύτερο, αφού πτώματα δεν υπήρχαν στο σαλόνι. Προφανώς οι δύο αταίριαστοι σύζυγοι είχαν εγκαταλείψει τη συζυγική οικία προς χωριστές πια κατευθύνσεις. Ευτυχώς, όσο ήταν ακόμη καιρός.
Η Φελίσια θυμήθηκε τον τρόμο που την είχε κυριεύσει βλέποντας να λαμπυρίζουν γυαλιά που έκοβαν μέσα στο μέλι από τους λουκουμάδες. Αταίριαστος και ασυμβίβαστος συνδυασμός.
Χωρίς να φοβηθεί το ύψος, συνέχισε στα παραπάνω μπαλκόνια γαντζωμένη σε μια ξύλινη πέργκολα που στερεωνόταν στη βεράντα.
Στο Γ1 διαμέρισμα κοιμόταν μόνο η κοπέλα με την αλογοουρά, ο αδερφός της έλειπε, δούλευε πάλι νύχτα, χωρίς ρεπό. Το νεαρό κορίτσι φαινόταν ήρεμο και χαμογελούσε ακόμη μέσα στα όνειρά της.
Η Φελίσια μπορούσε να τη βλέπει με την ίδια συμπόνια που αρνήθηκε να φάει από αυτούς έστω και μια τηγανητή πατάτα, έστω και λίγες φακές. Ετούτα τα παιδιά άξιζαν μια καλύτερη ζωή. Ίσως το λαχείο που ήταν ακουμπισμένο πάνω στο τραπέζι του σαλονιού να ήταν η λύση. Την επόμενη μέρα κλήρωνε, και τότε δεν θα χρειαζόταν να δουλέψουν πια αλλά μόνο να τελειώσουν τις σπουδές τους. Έτσι θα γινόταν, σίγουρα. Ένα λαχείο, ένας άνθρωπος να βοηθήσει, ένα ζωντανό να δείξει συμπόνια για τους αδύναμους και φτωχούς, μόνο ετούτο χρειαζόταν.
Στο διαμέρισμα Γ2 δεν υπήρχε απολύτως τίποτα. Η απολυμένη νοικάρισσα είχε μετακομίσει, παίρνοντας και το ταλαιπωρημένο γατάκι μαζί της. Καλύτερα! Η Φελίσια δεν ένιωσε τύψεις, ούτε τότε που έκλεψε τη λιγοστή τελευταία τροφή, αλλά ούτε και τώρα.
Στο διαμέρισμα Γ3 τα πράγματα ήταν πάλι άνω-κάτω. Προφανώς νωρίτερα είχε μαζευτεί αρκετός κόσμος. Μια κιθάρα με πεσμένες παρτιτούρες στο πάτωμα. Το γλεντούσαν για τα καλά εκεί μέσα. Άνθρωποι εγκάρδιοι, μυαλά ανοιχτά.
Η Φελίσια θυμήθηκε την περιπέτεια του κυνηγιού της κάτω από το τραπέζι, στο δάσος με τα παντελόνια και τα κομπινεζόν. Εξαιρετική εμπειρία. Επίσης την είχαν αφήσει ελεύθερη. Εξαιρετική συμπεριφορά. Αυτό ήταν ίσως το δεύτερο καλύτερο διαμέρισμα που θα διάλεγε να κατοικήσει, αν αναγκαζόταν ποτέ να εγκαταλείψει το δώμα. Γειτόνευαν, άλλωστε, τόσο πολύ. Ίσως η ιδιοκτήτρια να γνώριζε καλύτερα τον Γιώργο και να ταίριαζαν. Η Φελίσια απόρησε πώς δεν είχε συμβεί κάτι τέτοιο μέχρι τώρα. Ήθελαν μάλλον την έγκρισή της… Την είχαν! Όπως και τη βοήθειά της. Δεν είχε παρά να σκαρφιστεί κάτι σύντομα. Θα βοηθούσε την κατάσταση και πιθανότατα θα σταματούσε να τρώει μόνο ξηρά τροφή. Το δώμα βρισκόταν ακριβώς από πάνω. Τέλεια. Αύριο κιόλας, ήξερε ακριβώς τι έπρεπε να κάνει, μια μικρή ζαβολιά ίσως…
Οι πρώτες αχτίδες του ήλιου άρχισαν να φωτίζουν τον ουρανό και να εξοστρακίζουν το φεγγαρόφωτο. Την ημέρα όλα θα φαίνονταν πάλι διαφορετικά, όμως η Φελίσια δεν είχε χρόνο για άλλες βόλτες, έπρεπε να επιστρέψει στο δώμα προτού ο Γιώργος ξυπνήσει και την ανακαλύψει.
Πράγματι, τον άκουσε να σέρνει τις παντόφλες του στο μπάνιο, την ώρα που εκείνη έκανε σουλάτσο στη βεράντα παριστάνοντας την αθώα. Τον είδε αγουροξυπνημένο να την κοιτάζει με σοβαρότητα πίσω από την κουρτίνα, σε λίγο θα μύριζε ο καφές του και θα ετοιμαζόταν να φύγει για τις πρωινές δουλειές του. Πόσο αγαπούσε αυτές τις μικρές ιεροτελεστίες…
Βολεύτηκε στην αγαπημένη μεγάλη πήλινη γλάστρα με το αναρριχώμενο γιασεμί και αμέριμνη απόλαυσε τη μουσική στο πρωινό ραδιόφωνο. Ο Γιώργος δεν είχε τελικά σκοπό να βγει από το σπίτι σήμερα. Καθόταν ήδη στο γραφείο του, μπροστά στον υπολογιστή, συντροφιά με την αγαπημένη του κούπα αχνιστό καφέ. Η Φελίσια κατάλαβε αμέσως: δεν έπρεπε να τον αποσπάσει από τις σκέψεις του, ήταν η ώρα της δημιουργίας. Το ταξίδι είχε ευδοκιμήσει τελικά. Όπως άλλωστε και η δική της μυστική βόλτα, αφού περιπλανώμενη στα σπίτια των ανθρώπων είχε καταφέρει να δει τη ζωή σαν τέχνη. Αν ήταν καλλιτέχνης, θα μπορούσε να φτιάξει γλυπτά ή πίνακες ζωγραφικής με τα σώματα και τις φιγούρες τους, μουσική από τις φωνές τους, ποιήματα για τα συναισθήματά τους, μυθιστορήματα ή ταινίες για τα πάθη και τις ιστορίες τους.
Η ζωή πράγματι είναι τέχνη!
Ευχαριστημένη και ασφαλής, κουλουριάστηκε κάτω από τη ζεστασιά του ήλιου, κοιτώντας ναζιάρικα προς το μέρος του .
«Καλή δουλειά!» Η σειρά μου να κοιμηθώ, αφού, όλα όσα ήξερα και είδα, μπόρεσαν να αλλάξουν και ίσως εξακολουθήσουν να μετατρέπονται και να εξελίσσονται μέρα με τη μέρα, λεπτό με το λεπτό.
Επτά «γατίσιες» ζωές δεν φτάνουν για τη γνώση…
ΤΕΛΟΣ
-
Πολυτεχνείο: Πολιτικές τελετουργίες ή το τραπέζι του Ινδιάνου
1 εβδομάδα ΠΡΙΝ -
Κράτα σημειώσεις πως κερδάνε εκλογές, άχαστε
3 εβδομάδες ΠΡΙΝ -
Προφήτες της καταστροφής, σπεκουλαδόροι της συμφοράς
3 εβδομάδες ΠΡΙΝ -
Οι Τόρις είναι συντηρητικοί, όχι τραμπικοί ρατσιστές
3 εβδομάδες ΠΡΙΝ -
Τελικά έκανε παρέλαση ή όχι ο Αλόνσο;
4 εβδομάδες ΠΡΙΝ