• emo.gr
  • Τέχνες
  • Η σιωπή των Σειρήνων
Η σιωπή των Σειρήνων

Αν οι Σειρήνες είχαν συνείδηση, εκείνη η φορά θα ήταν το τέλος τους. Τίποτε δεν έπαθαν όμως˙ απλώς, ο Οδυσσέας τους ξέφυγε.

Φραντς Κάφκα*

Όπου αποδεικνύεται ότι σωτήρια μπορεί να φανούν και τα ανεπαρκή, ακόμη και τα παιδαριώδη μέσα:

Για να προφυλαχτεί από τις Σειρήνες, ο Οδυσσέας έφραξε τα αυτιά του με κερί και έβαλε να τον αλυσοδέσουν στο κατάρτι. Κάτι ανάλογο, ασφαλώς, θα μπορούσαν να κάνουν ανέκαθεν όλοι οι ταξιδιώτες -εκτός από εκείνους που οι Σειρήνες πρόφταιναν να τους σαγηνεύσουν από μακριά- ήταν όμως παγκοσμίως γνωστό ότι δεν ωφελούσε. Το τραγούδι των Σειρήνων διαπερνούσε τα πάντα, και το πάθος των σαγηνευμένων δεν ήταν ικανό να σπάσει μόνο αλυσίδες και κατάρτια. Αυτό ο Οδυσσέας δεν το σκέφτηκε, αν και πολύ πιθανόν το είχε ακουστά. Εναπέθεσε τις ελπίδες του σε μια χούφτα κερί και μια αρμαθιά αλυσίδες, και γεμάτος αθώα χαρά για τα πενιχρά του μέσα, έβαλε πλώρη για τις Σειρήνες.

Οι Σειρήνες όμως έχουν ένα όπλο πιο φοβερό και από το τραγούδι: τη σιωπή τους. Και πιθανότερο, παρόλο που δεν έτυχε ποτέ, θα ήταν να γλιτώσεις από το τραγούδι τους, παρά από τη σιωπή τους. Τίποτε στον κόσμο αυτόν δεν μπορεί να αντισταθεί στο αίσθημα πως τις νίκησες με το σπαθί σου, ούτε στην αλαζονεία που επακολουθεί και σαρώνει τα πάντα.

Κι η αλήθεια είναι πως δεν τραγουδούσαν οι τρομερές Σειρήνες καθώς τις ζύγωνε ο Οδυσσέας˙ γιατί πίστευαν, ίσως, ότι με τη σιωπή τους μόνο θα νικούσαν τούτο τον αντίπαλο – εκτός κι αν, βλέποντας τόση ευτυχία στο πρόσωπο του Οδυσσέα, που μόνο το κερί σκεφτόταν και τις αλυσίδες του, λησμόνησαν κάθε τραγούδι.

Ο Οδυσσέας όμως, τη σιωπή τους, ας μου επιτραπεί η έκφραση, δεν την άκουσε: του φάνηκε πως τραγουδούσαν, και πως μόνο εκείνος δεν τις άκουγε, επειδή είχε λάβει τα μέτρα του. Πριν ξεκινήσει, έριξε μια κλεφτή ματιά, είδε τον καμπυλωμένο λαιμό, τις βαθιές ανάσες, τα δακρυσμένα μάτια, το μισάνοιχτο στόμα, και πίστεψε πως όλα αυτά συνόδευαν τις άριες που ανάκουστες αντηχούσαν γύρω του. Κι έπειτα δεν τις ξανακοίταξε, γύρισε το βλέμμα του πέρα, μα­κριά, κι εμπρός στην αταλάντευτη απόφασή του οι Σειρήνες κυριολεκτικά εξαφανίστηκαν, τόσο που, κι όταν βρέθηκε κοντά τους, μήτε που τις πρόσεξε.

Εκείνες όμως, ωραιότερες παρά ποτέ, συστρέφονταν, τεντώνονταν, παράδερναν τα απαίσια μαλλιά τους με τον άνεμο, και τα γαμψά τους νύχια σέρνονταν πάνω στα βράχια. Και πια δεν ήθελαν να ξελογιάσουν – μόνο να κρατήσουν ένα καθρέφτισμα από τα μεγάλα μάτια του Οδυσσέα ήθελαν, όσο γινόταν πιο πολύ.

Αν οι Σειρήνες είχαν συνείδηση, εκείνη η φορά θα ήταν το τέλος τους. Τίποτε δεν έπαθαν όμως,˙απλώς, ο Οδυσσέας τους ξέφυγε.

Στην ιστορία αυτή υπάρχει πάντως κι ένα υστερόγραφο: Ο Οδυσσέας ήταν, λένε, τόσο πολυμήχανος, τέτοια αλεπού, που μήτε η Θεά του Πεπρωμένου δεν μπορούσε να διαβάσει την ψυχή του. Και ίσως, αν και κάτι τέτοιο υπερβαίνει την ανθρώπινη λογική – ίσως να πρόσεξε στ’ αλήθεια πως σωπαίναν οι Σειρήνες, κι όλες αυτές οι προσποιήσεις που αναφέραμε, ήταν κάτι σαν ασπίδα, που την όρθωσε μπροστά τους, και μπροστά στους θεούς.

(*Ο γεννημένος στην Πράγα, το 1883, συγγραφέας ήρθε αντιμέτωπος με το αναπάντεχο, το ακατανόητο και δεν έγραψε μόνο για τη φύση αυτού, αλλά κυρίως για το μετείκασμα του.

Η εικόνα που μένει από το απρόσμενο, το απροσδιόριστο, είναι το ίδιο έντονη με την αποκάλυψη της καθαρής ομορφιάς, της απτής καταστροφής, της τρικυμίας των συναισθημάτων… Ο Κάφκα μπορούμε να πούμε ότι επεδίωξε την επαφή με το ανοίκειο και απερίγραπτα δυστοπικό.

Οι εικόνες σχηματίζονταν στο μυαλό του  δίχως να υπάρχει άμεσο οπτικό ερέθισμα. Ήταν το βάρος μιας πυκνής ατμόσφαιρας που οδηγούσε τη σκέψη και τον λόγο του και αυτό που δεν φαίνεται δύσκολα προμηνύει κάτι καλό. Τουλάχιστον έτσι το έβλεπε ο Κάφκα.

Η ανεξήγητη αδικία, η επιβολή του αναίτια παράλογου, η απότομη μεταμόρφωση, ήταν καταστάσεις που ποτέ δεν εξελίσσονταν μπροστά στα μάτια του ατόμου, αλλά στα βάθη του μυαλού του.

Ήταν το πικρό κατακάθι που δικαίωνε -και δικαιώνει- το δισυπόστατο της ανθρώπινης φύσης και τη μανιχαϊστική φύση της πραγματικότητας.

Η σαφήνεια, η λογική, ο ορθολογισμός, συγκρούονταν με την παράνοια, τη γραφειοκρατία, την αλλοτρίωση.

Αυτό που τα χώριζε ήταν η θέληση του ανθρώπου να “βλέπει” και να επιδιώκει τα πρώτα και να αποστρέφει το βλέμμα από τα δεύτερα.

Ο Κάφκα, όμως, ήρθε να ανατρέψει τον κοινωνικό καθωσπρεπισμό γράφοντας για όσα απωθούνταν και έμεναν στη σκιά της σκέψης μας. Ήταν, λοιπόν, αναπότρεπτο να γράψει βιβλία που τα έχουμε ανάγκη, για βιβλία “που πέφτουν σαν το τσεκούρι στην παγωμένη θάλασσα της ψυχής μας” όπως είπε ο ίδιος κάποτε.)

  • Εντυπωσιασμένος
  • Χαρούμενος
  • Απογοητευμένος
  • Θυμωμένος
  • Βαρετό
  • Φοβισμένος

#emo attacks
  • Παραπατώντας (πρώην Παπανώτας) στο Ευρωσυριζοψηφοδέλτιο
  • Παράταση στις φορολογικές δηλώσεις πριν ξεκινήσουν καν: όλα θα κριθούν στα πέναλτι (πρόστιμα)
  • Συμπλήρωνε το μεροκάματο του στο φορτηγό ο άτυχος αστυνομικός. Οι “λαδιάρηδες” μένουν ήσυχοι, δεν κινδυνεύουν από εργατικό ατύχημα
  • Δε φτάνουν τα πρόστιμα που έπεσαν στις εισπρακτικές: χρειάζεται καθημερινή, πιεστική & πειστική επικοινωνία μαζί τους μέχρι την είσπραξη